Κυριακή 26 Ιουλίου 2020

"Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η Εκκλησία της Ελλάδος", άρθρο στην εφημερίδα "Ελευθερία" Λαρίσης, 24.07.2002




Πριν 46 χρόνια... 24η Ιουλίου 1974, ώρα 4η πρωϊνή.Ο Κων. Καραμανλής ορκίζεται από τον Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ ως Πρωθυπουργός της Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος, υπό το βλέμμα του εκπροσώπου του ήδη καταρρεύσαντος δικτατορικού καθεστώτος στρατηγού Γκιζίκη. Ξημερώνει Δημοκρατία!

(...) Τον Ιούλιο του 1974, όταν ο Κων. Καραμανλής μετά την πτώση της δικτατορίας έφθανε στην Αθήνα για ν’ αναλάβει τις τύχες της χώρας και γινόταν δεκτός περίπου ως «μεσσίας», στη διοίκηση της Εκκλησίας υπήρχε νέος Αρχιεπίσκοπος, ο οποίος λίγες ώρες μετά την άφιξη του Καραμανλή, τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου 1974 τον όρκισε Πρωθυπουργό. Ο νέος Αρχιεπίσκοπος, ο από Ιωαννίνων Σεραφείμ (Τίκας), αν και είχε ανέλθει στο ύπατο εκκλησιαστικό αξίωμα στη διάρκεια της δεύτερης φάσεως του δικτατορικού καθεστώτος (στις 12.01.1974, επί Δημ. Ιωαννίδη), δεν είχε ταυτισθεί με τη δικτατορία, όπως ο προκάτοχός του Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος (Κοτσώνης, 1967-1973). Τούτο εξηγείται λόγω τόσο του μικρού χρονικού διαστήματος που είχε μέχρι τότε (12.01.1974-23.07.1974) διανύσει ο Σεραφείμ, όσο και –κυρίως– επειδή συμβόλιζε την εκκλησιαστική παράταξη που ανέλαβε τα ηνία της Ιεραρχίας έχοντας έλθει σε «μετωπική» ρήξη με τον Ιερώνυμο και ευρύτερα τη μερίδα εκείνη της Ιεραρχίας που αντιπροσώπευε το σύστημα που είχε επιβάλει από τις πρώτες ημέρες της εγκαθιδρύσεώς του και για μια ολόκληρη εξαετία (1967-1973) το (επί Γ. Παπαδοπούλου, σ΄ αυτή τη πρώτη φάση του) δικτατορικό καθεστώς της ''21ης Απριλίου''. Ο νέος Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ διεσφάλιζε στον Καραμανλή την κρίσιμη περίοδο 1974-1975 ησυχία και τάξη στο εσωτερικό της Εκκλησίας, γεγονός που επηρέασε θετικά και έδρασε αποτελεσματικά στην ανάπτυξη μιας αγαστής συνεργασίας στις σχέσεις μεταξύ των δύο ανδρών και κατά συνέπεια στις σχέσεις Πολιτείας – Εκκλησίας αφ’ ενός, αλλά και της αποκαταστάσεως των σχέσεων με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αφ’ ετέρου. Στην ανάπτυξη αυτού του θετικού κλίματος συνετέλεσε και το γεγονός ότι ο Σεραφείμ αμέσως μετά την ανάρρησή του στην Αρχιεπισκοπή (12.01.1974) επεδίωξε και επέτυχε την εξομάλυνση των σχέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Πατριαρχείο. 
Οι σχέσεις αυτές είχαν σοβαρά κλονισθεί κατά την περίοδο της αρχιεπισκοπείας Ιερωνύμου Α΄ (1967-1973) εξ αιτίας της καταστρατηγήσεως κατά την περίοδο εκείνη των θεμελιωδών κειμένων (του Πατριαρχικού και Συνοδικού Τόμου [ΠΣΤ] του 1850 και της Πατριαρχικής και Συνοδικής Πράξεως [ΠΣΠ] του 1928) που καθορίζουν το νομοκανονικό πλαίσιο των σχέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Φανάρι, πρακτική που αποσκοπούσε στη βαθμιαία αποδυνάμωση των κανονικών δικαιωμάτων του Πατριαρχείου στην ελληνική επικράτεια και ειδικότερα στις εκκλησιαστικές επαρχίες των λεγομένων «Νέων Χωρών» (Μακεδονίας, Θράκης, Ηπείρου, Αιγαίου) των οποίων η “επιτροπική διοίκηση”, δια της ΠΣΠ του 1928, είχε παραχωρηθεί στην αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος, διατηρηθείσης, ωστόσο, της πνευματικής υπαγωγής τους στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η αποκατάσταση αυτών των σχέσεων με το Φανάρι επέδρασε πολύ θετικά στον Μακεδόνα πολιτικό καθώς ο Κων. Καραμανλής, ως γεννηθείς το 1907, είχε γαλουχηθεί με τις αξίες της μακεδονικής περιφερείας των αρχών του 20ου αιώνα, τις αξίες των γηγενών οικογενειών που υπήρξαν πιστές στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον Ελληνισμό, αντιπαλεύοντας τη βουλγαρική επιρροή που επιχειρούσε τότε η κηρυχθείσα σχισματική από το Πατριαρχείο βουλγαρική (εκκλησιαστική) «Εξαρχία». Ακριβώς, λοιπόν, λόγω καταγωγής - από την επαρχία Σερρών που ανήκε εκκλησιαστικά στην δικαιοδοσία του Πατριαρχείου – ο Καραμανλής έτρεφε ιδιαίτερο σεβασμό στη Μητέρα Εκκλησία, αυτή της Κωνσταντινουπόλεως (...).

* Ολόκληρο το άρθρο στην εφημ.  "Ελευθερία" Λαρίσης



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου